Τόποι κράτησης και μνήμης: Ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Ελλάδα 1941-194
Το πρόγραμμα «Τόποι κράτησης και μνήμης: ναζιστικά στρατόπεδα συγέντρωσης στην Ελλάδα (1941-1944)» (Places of Detainment and Memory: Nazi Concentration Camps in Greece, 1941-1944), ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2017. Στόχος του προγράμματος είναι η αναλυτική περιγραφή τριών καθορισμένων τόπων κράτησης: του Στρατοπέδου του Παύλου Μελά στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης, του Στρατοπέδου του Χαϊδαρίου στην Αθήνα και του Στρατοπέδου Λάρισας.
Επιπλέον, επιδίωξή μας είναι μεταξύ άλλων, η επιστημονική τεκμηρίωση των χαρακτηριστικών των στρατοπέδων, του τρόπου λειτουργίας τους, του σκοπού τον οποίο εξυπηρετούσαν, σύμφωνα: α) με τα συμπεράσματα που εξάγονται από την διαβίωση, τις συνθήκες κράτησης και τις εμπειρίες - όσες διασώζονται - των κρατούμενων και β) με την κατηγοριοποίηση που εφάρμοζαν οι γερμανικές Αρχές (τόποι κράτησης, γκέτο, διαμετακομιστικά κέντρα, στρατόπεδα συγκέντρωσης, στρατόπεδα εξόντωσης). Το ερευνητικό πρόγραμμα συμμετέχει με αυτόν τον τρόπο στη διεθνή συζήτηση σχετικά με την ορολογία που αφορά στα στρατόπεδα των Ναζί και την κατηγοριοποίησή τους, ανάλογα με τις χρήσεις τους.
Για μία ιστορική περίοδο, όπως αυτή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία συγκεντρώνει το ενδιαφέρον πολλών μελετητών και πλήθος μονογραφιών, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και οι τόποι κράτησης στον ελλαδικό χώρο παρέμεναν ένα θέμα το οποίο δεν είχε μελετηθεί αυτόνομα και επαρκώς. Εκτός από τα υπό μελέτη στρατόπεδα της εν λόγω έρευνας, τα οποία αποτελούσαν τα μεγαλύτερα στην Ελλάδα την κατοχική περίοδο, τουλάχιστον από πλευράς συγκέντρωσης αριθμού κρατούμενων, οι φυλακές και οι γενικά οι τόποι κράτησης στη χώρα παραμένουν επίσης ζητήματα ανοιχτά προς μελέτη και διερεύνηση. Το ίδιο ισχύει και με την ταυτοποίηση των κτιρίων που χρησιμοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό από τις κατοχικές Αρχές (τουλάχιστον στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης).
Τα πορίσματα της έρευνας παρουσιάζονται στην παρούσα ιστοσελίδα, στην οποία υπάρχει ξεχωριστό πεδίο που αφορά στην παιδαγωγική αξιοποίησή της, προτείνοντας μεθόδους διάχυσης του επιστημονικού υλικού στην εκπαιδευτική κοινότητα και διαδικασία, με ένα σύνολο προτάσεων και δράσεων. Στόχο αυτής της επιμέρους διάστασης του προγράμματος δεν αποτελεί απλώς η παρουσίαση της έρευνας με εύληπτο τρόπο έτσι ώστε να διδαχθούν και να κατανοήσουν οι μαθητές το συγκεκριμένο θέμα, αλλά και η συνειδητοποίηση της σημασίας του παρελθόντος, των δεινών του πολέμου και του γεγονότος ότι η ιστορία μπορεί να αναφέρεται στο παρελθόν, αλλά μας αφορά όλους/ες.
Επικεφαλής του προγράμματος είναι οι Γιώργος Αντωνίου, επίκουρος καθηγητής της έδρας Εβραϊκών Σπουδών στο Α.Π.Θ., ο οποίος έχει την ευθύνη και την επιμέλεια του συνολικού έργου και ο Στράτος Δορδανάς, επίκουρος καθηγητής του τμήματος Βαλκανικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η ερευνητική ομάδα αποτελείται επίσης από τους/τις πανεπιστημιακούς Ελένη Χοντολίδου (εκπαιδευτικά προγράμματα), Σταυρούλα Μαυρογένη (συγγραφή κειμένου σε σχέση με την τέχνη), τους/τις ερευνητές/τριες Βάιο Καλογρηά (έρευνα σε γερμανικά αρχεία), Άννα Μαρία Δρουμπούκη (έρευνα για το στρατόπεδο Χαϊδαρίου), Ιάσονα Χανδρινό (έρευνα για το στρατόπεδο Χαϊδαρίου), Νίκο Τζαφλέρη (έρευνα για το στρατόπεδο Λάρισας), Γιώργο Ανδρίτσο (κείμενο για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στον κινηματογράφο), Δώρα Σεϊτανίδου (εκπαιδευτικά προγράμματα) και τη Βασιλική Παπαγεωργίου (έρευνα για το στρατόπεδο του Παύλου Μελά, συγκέντρωση ονομάτων κρατούμενων του στρατοπέδου του Παύλου Μελά). Την κατασκευή της ιστοσελίδας και τοπογραφική ερευνητική εργασία ανέλαβε ο Νίκος Βαλασιάδης. Επίσης, στη συγκέντρωση ονομάτων κρατούμενων του στρατοπέδου Παύλος Μελάς στα Γ.Α.Κ. Θεσσαλονίκης απασχολήθηκαν και οι Αλέξανδρος Δροσινάκης, Δημήτρης Μητσόπουλος, Χρήστος Φωτογλίδης, φοιτητές του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. Επιπλέον, στην καταγραφή ονομάτων κρατούμενων συμμετείχε η Δήμητρα Χατζηβασιλείου, επίσης φοιτήτρια του ίδιου τμήματος. Τέλος, πολύτιμη ήταν η βοήθεια της υποψήφιας διδακτόρισσας Ιστορίας του Α.Π.Θ., Νικολέτας Βουρονίκου. Η χρηματοδότηση του προγράμματος πραγματοποιήθηκε από πόρους του ελληνογερμανικού ταμείου για το μέλλον (Funds For the Future) με την αγαστή συνεργασία του γερμανικού προξενείου και υπό την αιγίδα του Α.Π.Θ.